Η κατά παράβασίν του νόμου επιχειρηθείσα καταγγελία θεωρείται ως μη γενομένη κατά τα άρθρα 3, 174 και 180 του Αστικού Κώδικος και ο εργοδότης περιέρχεται σε υπερημερία. Σημειώνουμε ότι η καταβολή εκ μέρους του εργοδότου των αποδοχών των 18 μηνών (διάστημα προστασίας) στην απολυομένη, δεν καθιστά έγκυρη την καταγγελία ούτε αίρει την υπερημερία του εργοδότου. Η μη γνωστοποίηση ή η καθυστερημένη γνωστοποίηση της εγκυμοσύνης στον εργοδότη δεν καθιστά καταχρηστική την αξίωση καταβολής μισθών υπερημερίας.
Δεδομένου ότι οι διατάξεις περί προστασίας της εγκύου και τεκούσης είναι δημοσίας τάξεως, δεν δύναται να αποκλεισθεί η εφαρμογή τους δια της ιδιωτικής βουλήσεως. Είναι απολύτως άκυρη κάθε συμφωνία μεταξύ εργοδότου και μισθωτού περί μη εφαρμογής των προστατευτικών αυτών διατάξεων, καθώς και κάθε συμφωνία με άλλο αντικείμενο, η οποία όμως τείνει ή άγει στο ίδιο αποτέλεσμα (σύμβαση προς καταστρατήγησιν του νόμου). Επίσης είναι απολύτως άκυρη η παραίτηση της γυναίκας από την προστασία αυτή, καθώς και η ανάληψη υποχρεώσεως οικειοθελούς αποχωρήσεώς της από την εργασία ή η εκ μέρους της ανάληψη υποχρεώσεως καταβολής αποζημιώσεως ή ορισμένου ποσού ως ποινής, αν μελλοντικώς περιέλθει σε κατάσταση εγκυμοσύνης.
Κατά το άρθρο 20 παρ. 2 του Ν. 3896/10, ο εργοδότης δεν μπορεί να αρνηθει την πρόσληψη γυναίκας λόγω εγκυμοσύνης η μητρότητάς.
Για την υποχρέωση η μη της υπό πρόσληψίν γυναίκας να δηλώσει αν είναι έγκυος, δεν υπάρχει κατά νόμον καθήκον της εργαζομένης να αποκαλύψει στον εργοδότη την εγκυμοσύνη της.
Ως σπουδαίος λόγος για την καταγγελία θεωρούνται ένα ή περισσότερα περιστατικά τα οποία κατ' αντικειμενική κρίση καθιστούν, κατά την συναλλακτική καλή πίστη, μη ανεκτή για τον εργοδότη την εξακολούθηση της εργασιακής σχέσεως, ανεξαρτήτως από την ύπαρξη ή ανυπαρξία πταίσματος του απολυομένου. Η καλή πίστη δεν απαιτεί την με κάθε τίμημα και θυσία ανοχή της εργαζομένης εγκύου ή τεκούσης, αλλά θέτει ορισμένα όρια ανοχής, η υπέρβαση των οποίων δικαιολογεί την απαλλαγή από την συμβατική δέσμευση. Σπουδαίο λόγο αποτελεί η ουσιώδης παράβαση των υποχρεώσεων, χωρίς να απαιτείται αναγκαίως και υπαιτιότητα.
Σπουδαίο λόγο αποτελεί και η μη συμμόρφωση της μισθωτού προς τις οδηγίες του εργοδότου, η αμελής ή πλημμελής και μη προσήκουσα εκτέλεση της εργασίας, και η επανειλημμένη απουσία από την εργασία και η διακοπή της λειτουργίας της επιχ/σεως
Σπουδαίο λόγο επίσης, αποτελεί και η ύπαρξη ψυχικών προβλημάτων που καθιστούν αδύνατη την άσκηση των καθηκόντων της εγκύου η της τεκούσης. Και η άσκηση επιχειρηματικής δραστηριότητος ομοίας και ανταγωνιστικής προς εκείνην του εργοδότου, από τον σύζυγο της εγκύου (ΑΠ 1177/98 - ΔΕΝ 1999 σελ. 284).
Δεδομένου ότι εν περιπτώση τακτικής καταγγελίας (μετά προειδοποίησίν), χρονικό σημείο της καταγγελίας αποτελεί ο χρόνος της προειδοποιήσεως, δεν προστατεύεται η περιελθούσα σε κατάσταση εγκυμοσύνης μετά από το χρονικό σημείο της προειδοποιήσεως . Επίσης επειδή επί τακτικής καταγγελίας, «καταγγελία» αποτελεί η προειδοποίηση, δεν επιτρέπεται κατά την διάρκεια της προστασίας της εγκύου ή τεκούσης ούτε η προειδοποίηση καταγγελίας.
Ο εργοδότης που καταγγέλλει τη σύμβαση εγκύου, λεχούς η γαλουχούσης για σπουδαίο λόγο, υποχρεούται να αιτιολογήσει την καταγγελία γραπτώς και να προβεί σε κοινοποίηση στην Επιθεώρηση Εργασίας. Στην πράξη, η αιτιολογία αναφέρεται στο Εγγραφο της καταγγελίας το οποίο κοινοποιείται στην Επιθεώρηση Εργασίας.
Και η έγκυος μπορεί, υπό προϋποθέσεις, να τεθεί σε διαθεσιμότητα Μπορεί επίσης να τεθεί σε εκ περιτροπής εργασία, υπό τις προϋποθέσεις του νόμου και εφ' όσον το δικαίωμα ασκείται εντός των ορίων.